Ευαγγελία Σαμιωτάκη:Στο σανίδι με αναπηρικό καροτσάκι
Η αγάπη της για το θέατρο αλλά και η ευγνωμοσύνη που νιώθει σε έναν άνθρωπο, ο οποίος την έχει στηρίξει μετά τον θάνατο του συζύγου της Σπύ...


Η Ευαγγελία Σαμιωτάκη, η οποία φέρει τον τίτλο της «εθνικής μας Λαμπιτώ», είναι μια γυναίκα με πυγμή, όπως η αριστοφανική ηρωίδα που έχει ενσαρκώσει σε πολλές θεατρικές παραστάσεις της «Λυσιστράτης». Τα τελευταία δύο χρόνια η παλιά, καλή ηθοποιός έχει προσβληθεί από ρευματοειδή αρθρίτιδα και η κατάσταση της υγείας της επιβάλλει να υποβληθεί σε εγχείρηση το συντομότερο. «Εχει καταστραφεί ο χόνδρος στο γόνατό μου και όταν περπατάω, με πονάει πολύ, ενώ όταν κάθομαι, είμαι κάπως καλύτερα. Συνήθως περπατάω με τη βοήθεια της κοπέλας που έχω στο σπίτι και με βοηθάει στις δουλειές ή χρησιμοποιώ το καροτσάκι. Μόλις τελειώσουν οι παραστάσεις στο θέατρο όπου εμφανίζομαι, θα μπω αμέσως στο χειρουργείο και για ενάμιση μήνα θα πρέπει να απέχω από κάθε εργασία» εξομολογείται στην «Espresso».
Ο βασικότερος λόγος που η κυρία Σαμιωτάκη ανέβαλε την εγχείρηση δεν είναι άλλος από τον καλό της φίλο και συνεργάτη τα τελευταία πέντε χρόνια στο θέατρο, τον ηθοποιό, συγγραφέα και σκηνοθέτη Γιώργο Μακρή, στον οποίο, όπως λέει, χρωστάει ευγνωμοσύνη: «Ο Γιώργος Μακρής είναι ο άνθρωπος που με γλίτωσε από τη βαριά κατάθλιψη που είχα και με ξανάβγαλε στη ζωή! Μετά τον θάνατο του Σπύρου ήμουν κλεισμένη στο εξοχικό μου, στον Ωρωπό, και δεν ήθελα να δω κανέναν. Εσβηνα και το φως στο δωμάτιό μου και το μόνο που ήθελα ήταν να πεθάνω. Ούτε και την κοπέλα που έχω στο σπίτι ήθελα να με εξυπηρετεί. Δεν ήθελα κανέναν… Με έπαιρνε

Ομως η απόφαση της Ευαγγελίας Σαμιωτάκη να συνεργαστεί μαζί του και να παίξει στην παράσταση «Θου, Κύριε, οι… φοροφυγάδες», την οποία ο συγγραφέας ετοίμαζε το καλοκαίρι, σκόνταφτε στο πρόβλημα της υγείας της, αφού πλέον δεν μπορούσε να κινηθεί άνετα χωρίς αναπηρικό καροτσάκι. «Μην ανησυχείς, θα το λύσουμε και αυτό το πρόβλημα με μια ειδική κατασκευή που θα κάνουμε στο θέατρο για να μπαίνεις απευθείας στη σκηνή με το καροτσάκι» την διαβεβαίωσε ο δημιουργός της παράστασης. Πράγμα που έγινε! «Εχουν φτιάξει μια κατασκευή σαν… περιστεριώνα και σε όλη την παράσταση είμαι εκεί. Υποδύομαι την Πυθία, την ιέρεια του Απόλλωνα, και φοράω ένα ρούχο που καλύπτει αρκετά το σώμα μου. Με βάζουν και κάθομαι σε ένα θρόνο και το κοινό δεν καταλαβαίνει τίποτα από το πρόβλημά μου. Κι επειδή δεν θέλω να με βλέπει ο κόσμος πάνω στο καροτσάκι, πηγαίνω στο θέατρο πολύ νωρίς» αποκαλύπτει η δημοφιλής ηθοποιός.
Η Ευαγγελία Σαμιωτάκη, αψηφώντας τους πόνους που αισθάνεται και την ταλαιπωρία της με το καροτσάκι, είναι πολύ χαρούμενη που παίζει στο θέατρο «Αυλαία». «Εχω στην πλάτη μου πενήντα χρόνια ενεργούς θεατρικής ζωής και είμαι βέβαιη πως -αν και σήμερα τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα σε πολλούς τομείς, λόγω της οικονομικής κρίσης- το θέατρο θα αντέξει. Υπάρχουν πολλά νέα παιδιά, με όρεξη για δουλειά, τα οποία ειλικρινά αγαπάω και θαυμάζω, γιατί αγωνίζονται για να επιβιώσουν επαγγελματικά, αλλά και για να στηρίξουν το θέατρο. Οχι, δεν πιστεύω ότι το καλό θέατρο θα π

Η οικονομική κρίση που μαστίζει την Ελλάδα δεν την έχει «χτυπήσει» με δραματικό τρόπο, όπως τόσους άλλους Ελληνες, για τον λόγο ότι με τον σύζυγό της είχαν κάνει καλό κουμάντο, όπως λέει. «Ο Σπύρος ήταν πολύ… καλλιτέχνης και δεν ήξερε να διαχειρίζεται τα χρήματα» διευκρινίζει. «Αυτό τον ρόλο τον ανέλαβα εγώ και επένδυσα τα χρήματά μας κυρίως στην αγορά σπιτιών. Δόξα τω Θεώ, είμαι καλά οικονομικά! Εχω την κοπέλα που με βοηθάει και έναν κηπουρό στο σπίτι στον Ωρωπό, όπου μένω τον περισσότερο καιρό, αλλά και δώδεκα σκυλιά τα οποία ζουν μαζί μου... βασιλικά! Στην ερώτησή μας για τον ρόλο που παίζουν τα χρήματα στη ζωή του ανθρώπου τονίζει με τη γνώριμη ηχηρή φωνή της: «Τα χρήματα δεν γυρίζουν τον χρόνο πίσω, αλλά είναι απαραίτητα πιο πολύ στα γεράματα του ανθρώπου, γιατί του λύνουν πολλά προβλήματα και κάνουν τη ζωή του πιο άνετη».
Να συμπληρώσουμε ότι η παράσταση «Θου, Κύριε, οι… φοροφυγάδες» είναι μια πικρή κωμωδία που καυτηριάζει με χιουμοριστικό τρόπο το πρόβλημα της φοροδιαφυγής στην Ελλάδα. Τρεις Ελληνες από διαφορετικά μέρη φεύγουν από τη χώρα κυνηγημένοι ως φοροφυγάδες. Τους κυνηγούν όλοι αυτοί που έκλεψαν τη χώρα, δηλαδή οι πολιτικοί, οι επιχειρηματίες των offshore εταιρειών, η εφορία, το ΙΚΑ και όλοι αυτοί στους οποίους χρωστούν. Είναι ο «Ευήκοος» (κουφός), ο «Ανοιχτομάτιους» (τυφλός) και ο «Παλαμάρης» (γκέι), οι οποίοι αποφασίζουν να πάνε στη Γερμανία για να κρυφτούν και καταλήγουν τελικά σε ένα καθολικό μοναστήρι, με έναν πανούργο ηγούμενο, όπου τα κάνουν μπάχαλο… Εκτός από την Ευαγγελία Σαμιωτάκη στην παράσταση παίζουν οι Γιώργος Βασιλείου, Γιώργος Μακρής, Γιώργος Γεωργίου, Νίκος Ζιάγκος, Εύα Λάσκ

Στα σκαριά συλλογή με τα ποιήματα που έγραψε ο αείμνηστος σύζυγός της
Η Ευαγγελία Σαμιωτάκη έχει στα σκαριά μια ποιητική συλλογή με τα ποιήματα του συζύγου της Σπύρου Καλογήρου, που γράφτηκαν για εκείνη στη διάρκεια των σαράντα οκτώ χρόνων της κοινής ζωής τους.
Την επόμενη χρονιά η Ευαγγελία Σαμιωτάκη θα κυκλοφορήσει ένα βιβλίο- φόρο τιμής στον άντρα της ζωής της. Πρόκειται για τα ποιήματα που εκείνος έγραφε εμπνευσμένος από τον έρωτά τους, στα πρώτα χρόνια της γνωριμίας τους και όχι μόνο. Ο Σπύρος Καλογήρου επέλεγε να μεταφέρει τις σκέψεις και τις επιθυμίες του στην αγαπημένη του μέσω ενός ποιήματος, που της το έστελνε ή της το διάβαζε από το τηλέφωνο, όταν χωρίζονταν για λίγο οι δρόμοι τους, λόγω διαφορετικών επαγγελματικών υποχρεώσεων. «Ο Σπυράκος μου ήταν ένας άρχοντας σε όλα του! Οταν γνωριστήκαμε ήμουν 17 χρόνων και μόλις τον είδα, μου ήρθε ο έρωτας… κατακέφαλα. Εκείνος όμως -επειδή με περνούσε δεκαοκτώ χρόνια κι εγώ ήμουν ψηλή και “θεωρητική” γυναίκα- πίστευε αρχικά ότι αυτή η σχέση δεν θα είχε ευτυχή κατάληξη. Με την επιμονή όμως αλλά και τα… κλάματα που έκανα τον έπεισα ότι είμαι η γυναίκα της ζωής του. Κάτι που αποδείχτηκε τελικά, αφού μείναμε μαζί τόσα πολλά χρόνια χωρίς προβλήματα» μας λέει με πολλή συγκίνηση.
Ενα από τα ποιήματα που θα δημοσιευτούν στο βιβλίο, το οποίο γράφτηκε μόλις άρχισε η γνωριμία του ζευγαριού, είναι το εξής: «Ηταν του Μάη δειλινό σαν πέρασε βουβή, καμαρωτή, πανέμορφη, ψηλή σαν μια τουλίπα / κι ενώ η Φύσις έπαιρνε το χρώμα το μαβί / «Μ’ αρέσεις" της εφώναξα, πρόλαβα και της είπα. / Εκείνη κοντοστάθηκε, έγειρε το κεφάλι / το χέρι της μου πρότεινε για να βρεθώ σιμά της / και μια χορδή ερωτική άρχισε ευθύς να πάλλει / σαν μου ’δωσε και φίλησα τα ροδοπέταλά της. / Ηταν εκείνη που ’ψαχνα να δουν τα δυο μου μάτια / εκείνη που την έβλεπα μόνο στα όνειρά μου / εκείνη που αν μου τάξουνε ολόχρυσα παλάτια / θα μένει πάντα και θα ζει βαθιά μες στην καρδιά μου».
espresso