Ο άγνωστος Βασίλης Τσιβιλίκας
Τώρα πια πήρε τη θέση του στο θεατρικό πάνθεον. Ομως, όσο ήταν εδώ κοντά μας ο Βασίλης Τσιβιλίκας κέρδισε με σκληρή δουλειά την καρδιά το...


Πόσες στάσεις πέρασε για να φτάσει στην κορυφή της οροσειράς του γέλιου λίγοι γνωρίζουν. Ενας από αυτούς είναι ο συγγραφέας Κώστας Παπασπήλιος, ο οποίος με τη βοήθεια του αξέχαστου πρωταγωνιστή αποτύπωσε στο χαρτί τα ίχνη που άφησε ο Βασίλης Τσιβιλίκας όχι μόνο στον θεατρικό χάρτη αλλά και στη ζωή, που του φέρθηκε γενναιόδωρα.
Το βιβλίο εξαντλήθηκε. Δεν υπάρχει πια ούτε ένα αντίτυπο. Αλλά θα επανεκδοθεί σύντομα. Ο Κώστας Παπασπήλιος για χάρη της «Espresso της Κυριακής» ανοίγει το κεφάλαιο Βασίλης Τσιβιλίκας και αποκαλύπτει άγνωστες πτυχές αυτής της ιδιαίτερης καλλιτεχνικής προσωπικότητας.
Η αφήγηση ξεκινάει από τη συμμετοχή του Βασίλη Τσιβιλίκα, το 1966, στην παράσταση «Αγία Ιωάννα», στην οποία πρωταγωνιστούσε η Ελλη Λαμπέτη: «…Στο θέατρο “Διονύσια” το 1966 η “Αγία Ιωάννα”, παρ’ ότι ανακηρύχτηκε αρχιστράτηγος, δεν τα πήγαινε καλά. Η Ελλη Λαμπέτη, κάθε φορά κατεβαίνοντας στον υπόγειο διάδρομο που υποκαθιστούσε την κουίντα, δεν έκρυβε τη δυσφορία της. Κάποια φορά, όπως πήγαινε για τη σκηνή, διασταυρώθηκε μ' έναν στρατιώτη της.
Κι αυτός ξαφνικά και αυθόρμητα σεβόμενος τα… γαλόνια της, τράβηξε μια δυνατή προσοχή. Η Ελλη έκανε ένα βήμα να προσπεράσει κι

Ο Βασίλης Τσιβιλίκας γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1942. Πρωτότοκος με δύο μικρότερες αδελφές, «ήταν ένα ευχάριστο παιδί που πάντα χαμογελούσε. Την Πρωτοχρονιά όλοι τον ήθελαν για ποδαρικό». Ο πατέρας του, άνθρωπος της αγοράς, του παρείχε μια άνετη ζωή «αλλά ο Βασίλης δεν τεμπέλιαζε. Τα απογεύματα συνήθιζε να πηγαίνει στο μαγαζί του πατέρα του και να τον βοηθάει ποικιλοτρόπως. Ετσι σιγά-σιγά απέκτησε πολύτιμη εμπειρία».
Τα πρωινά πήγαινε στο Κολέγιο. Με προτροπή των καθηγητών του μάλιστα, εντάχθηκε στο «δράμα κλαμπ». «Κατά βάθος όμως πήγαινε για χαβαλέ. Τα Χριστούγεννα του 1958 έγινε ο Ιωσήφ στη Βηθλεέμ. Τότε ήταν που ένιωσε τη μέθη της σκηνής».
Λίγο καιρό μετά έδωσε εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης αλλά απορρίφθηκε. Με ενδοιασμούς τον έκανε δεκτό στη σχολή του ο Πέλος Κατσέλης: «Δεν νομίζω πως κάνεις γι' αυτήν τη δουλειά» του είπε. Ομως, ο ψηλόλιγνος νεαρός τους διέψευσε όλους και μετά την πρώτη εμφάνιση στο «Θέατρο Νέας Ιωνίας» έλαβε σημείωμα ενδιαφέροντος από τον Κάρολο Κουν και βρέθηκε στην παράσταση «Ορνιθες». Η εμφάνισή του αυτή του άνοιξε δρόμους. Το πρωί έτρεχε για πρόβες με την Καρέζη, το απόγευμα με τη Βαλάκου και το βράδυ έπαιζε με τη Λαμπέτη.
Το 1972 μπήκε θριαμβευτικά στην επιθεώρηση με το ντουέτο «Του άντρα του πολλά βαρύ» που έκ

Γράφει ο συγγραφέας Κώστας Παπασπήλιος για τους επιθεωρησιακούς ρόλους που χαρακτήρισαν τον Βασίλη Τσιβιλίκα: «…ύστερα μπροστά στον κόσμο έπαιζε μόνος του έναν αγώνα μπάσκετ. Οργάνωσε την επίθεσή του, πάσαρε τον εαυτό του και κάρφωνε στην… επιτυχία. Οι ρόλοι του αναμφισβήτητα είχαν ειρμό και γούστο. Ακάθεκτος λοιπόν, ντύθηκε σερίφης με γουέστερν καπέλο και πιστόλια για να… πιστολίσει την εξουσία. Αλλά και βασίλισσα Φρειδερίκη με φόρεμα ολόσωμο λαμέ για να φιλοσοφήσει ανατολίτικα. Οταν όμως βρέθηκε στο εδώλιο προκλητική Εμμανουέλα, λογοδότησε για τα εγκλήματα της χούντας. Πολύ αργότερα, το 1988 στο “Ρεξ” έγινε μια Μιμή σκέτη πρωθυπουργίνα...».
Την πρόζα ο Βασίλης Τσιβιλίκας αντιμετώπιζε με ιδιαίτερη αισθητική. Η πρώτη καθοριστική παρουσία του το 1975 τον ήθελε καρδιοκατακτητή της «Καμπίρια» (Αλίκη Βουγιουκλάκη).
Οπως αναφέρεται στο βιβλίο, «ο Βασίλης, διευρύνοντας την αντοχή του, κατάφερε πραγματικά μια σκηνική μετάπλαση. Δεν είναι και λίγο πράγμα να γίνεσαι, έστω και στη σκηνή, το είδωλο ενός πραγματικού ειδώλου. Στη συνέχεια ευτύχησε πάνω στο σανίδι μεγάλους ερωτικούς δεσμούς με τις ωραιότερες γυναίκες του θεάματος. Και πρώτα με τη Ζωή Λάσκαρη -θιασάρχης το 1977- “Ξυπόλητη στο πάρκο”. Αργότερα έμπλεξε με την Ατζολετάκη, μια όμορφη αεροσυνοδό. Στην πρεμιέρα όλο το υπουργικό συμβούλιο καθόταν στην πρώτη σειρά. Κάπου στο μέσον βρισκόταν και ο τότε υπουργός Οικονομικών Κώστας Σημίτης. Ο Βασίλης πάνω στη σκηνή βρισκόταν προσηλωμένος στον ρόλο του. Κάποια στιγμή έταζε πέντε σαμπάνιες στο “Crazy Hall” του Παρισιού με χρήματα από κρυφό λογαριασμό ξένου νομίσματος. Ο θείος του τότε τον επέπληττε γι’ αυτήν την παρανομία. Ξαφ

Το 1970 πρωτομπήκε χίπις στα κινηματογραφικά πλατό από το αεροδρόμιο του Ελληνικού. Η απίστευτη εμφάνισή του στον συγκεκριμένο ρόλο τον βοήθησε να ξεχωρίσει αμέσως. Για τη συγκεκριμένη ταινία αναφέρεται στο βιβλίο: «Πριν συναντήσει τη “θεία του τη χίπισσα”, ο Σακελλάριος του είχε ζητήσει να προετοιμαστεί καταλλήλως. Ετσι, έτρεξε με τη γυναίκα του στο Μοναστηράκι για να δεις τους χίπις από κοντά και να ψωνίσει την αναγκαία περιβολή. Την ημέρα του γυρίσματος στο αεροδρόμιο, αποσύρθηκε πίσω από μερικά αυτοκίνητα για να ντυθεί. Υστερα, όταν εμφανίστηκε μπροστά στο συνεργείο με τα κουδούνια και τα χαϊμαλιά, έγινε το σώσε. Το γύρισμα καθυστέρησε από τα γέλια κοντά δυο ώρες. Στο τέλος, του φορτώθηκε και η Βλαχοπούλου: “Ψηλέ, δεν φτιάχνεις και σε μένα το κοστούμι;”. Ο Βασίλης, σαν ειδικός πια, ξαναπήγε στο Μοναστηράκι να προμηθευτεί τη χίπικη γκαρνταρόμπα της Βλαχοπούλου»...